Κόκκινη κλώστη δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη,
Δώστης κλώτσο να γυρίσει παραμύθι για να αρχίσει.

Παρασκευή 15 Απριλίου 2016

ΕΡΓΑΣΙΕΣ

Μαριάννα Μαργαριτοπούλου -Τόνια Ρογδάκη
 Προσωρινή οικογένεια -παντοτινή αγάπη.

Γεια σας! Με λένε Μάνο και πάω Β' Γυμνασίου δεν έχω άλλα αδέλφια ,αλλά έχω πολύ καλούς γονείς. Η μαμά μου δουλεύει στον Ερυθρό Σταυρό και τώρα τελευταία λείπει πολλές ώρες στη δουλειά ,γιατί ,από ό,τι μου έχει πει προσπαθεί να σώσει παιδάκια στην ηλικία μου. Ο μπαμπάς μου δουλεύει σε μια εταιρεία με ηλεκτρονικά. Eκείνος είναι περισσότερες ώρες μαζί μου ειδικά τον τελευταίο καιρό. Πριν λίγο καιρό η μαμά μου είχε καθυστερήσει πολύ να έρθει στο σπίτι....Ο μπαμπάς μου ανησύχησε και της τηλεφώνησε. Μετά από πολλές αποτυχημένες προσπάθειες να επικοινωνήσει μαζί της , τελικά κάποια στιγμή απάντησε , όμως , πριν προλάβει ο μπαμπάς να μιλήσει κάτι του είπε και έκλεισε κατευθείαν. Εκείνος , για μερικές στιγμές έμεινε σκεπτικός , αμίλητος , σαστισμένος , όμως μετά από λίγο ένα χαμόγελο ζωγραφίστηκε στο πρόσωπο του. - «Τι έγινε μπαμπά», τον ρώτησα . - «Θα σου πει η μαμά, όταν έρθει», μου απάντησε. Τελικά , η ώρα περνούσε , η μητέρα μου δεν εμφανιζόταν και ο μπαμπάς με έπεισε να αφήσω τον καναπέ , όπου για λίγο με είχε πάρει ο ύπνος , και να πάω στο δωμάτιό μου. -«Μην ανησυχείς , αύριο πρωί πρωί θα δεις τη μαμά και θα μάθεις την έκπληξη !» Το επόμενο πρωί ξύπνησα από το κλάμα ενός μωρού , που έφτανε στο δωμάτιό μου από το σαλόνι, όπως μπορούσα να υπολογίσω. Πετάχτηκα από το κρεβάτι και άρχισα να κατεβαίνω τρέχοντας τις σκάλες, όμως το θέαμα με έκανε να σταματήσω απότομα: Η μαμά μου καθόταν στον καναπέ και κρατούσε στην αγκαλιά της ένα παιδάκι ενός έτους περίπου. Το μωρό ήταν ανήσυχο, έδειχνε τρομαγμένο , ενώ κοιτούσε τριγύρω σαν να έψαχνε κάτι ή σαν να προσπαθούσε να καταλάβει πού βρισκόταν. Ο μπαμπάς μου του έκανε αστείες γκριμάτσες για να γελάσει και, όταν τελικά τα κατάφερε , η μαμά μου προσπάθησε να το ταΐσει, εκείνο αχόρταγα έπινε το γάλα του και πλέον έδειχνε ευχαριστημένο και ήρεμο. - «Μαμά, ποιο είναι αυτό το παιδί;», τη ρώτησα απορημένος «Πώς βρέθηκε εδώ;» συνέχισα. - «Είναι φιλοξενούμενός μας για λίγο καιρό, δεν ξέρω πόσο θα μπορέσουμε να τον έχουμε κοντά μας», απάντησε εκείνη. - «Δεν καταλαβαίνω …», συνέχισα σαστισμένος. «…η οικογένειά του πού είναι; Οι γονείς του;» - «Δυστυχώς», άρχισε να μου εξηγεί η μητέρα μου , «οι γονείς του δεν τα κατάφεραν, είναι ένα από τα αμέτρητα ασυνόδευτα, ορφανά προσφυγόπουλα. Χθες καταφέραμε να τον σώσουμε και μάλιστα δύο φορές: την πρώτη από πνιγμό και τη δεύτερη από κάποιον, που επιχείρησε να τον αρπάξει ,με σκοπό να τον πουλήσει για παράνομη υιοθεσία. Βλέπεις οι δυσκολίες για τους πρόσφυγες είναι πολλές και οι κίνδυνοι αμέτρητοι , ειδικά για τα παιδιά. Λένε πως άλλα καταλήγουν σε κύκλωμα που εμπορεύεται όργανα , άλλα σε παράνομες υιοθεσίες και άλλα σε σύγχρονα σκλαβοπάζαρα.» - «Και στο σπίτι μας πώς βρέθηκε;» ρώτησα πάλι. - «Δήλωσα ότι θα τον κρατήσω προσωρινά έστω ,μέχρι να δούμε τι μπορεί να γίνει. Θα είμαστε για λίγο καιρό η οικογένειά του, παράλληλα όμως θα ψάχνουμε μήπως βρούμε κάποιους συγγενείς του, που μπορούν να τον αναλάβουν, σε πειράζει;» - «Όχι , μαμά, θα είναι ο αδελφός που δεν είχα ποτέ και θα τον αγαπώ αληθινά.» - «Το ξέρω», μου απάντησε εκείνη, «και αυτό είναι ό,τι έχει περισσότερο ανάγκη.» Μαριαννα Μαργαριτοπουλου Τονια Ρογδακη

ΕΡΓΑΣΙΕΣ

Μανόλης Πρινιωτάκης 
Μαντινάδες για την προσφυγιά

Οντέ σε πιάνει η προσφυγιά να κάμεις τον σταυρό σου, για ντα σε πέμπει σε ερημιές  χωρίς τον άνθρωπό σου.
Αν έχεις κι οικογένεια είναι διπλός ο πόνος,               αφού δε βρίσκει μόνο εσέ του μισεμού ο πόνος.
Μα πώς μπορείς να αντισταθείς με τα μικρά κοπέλια, αφού τα βλέπεις πια νεκρά σα να το ΄ναι κουρέλια
Κι αφού πατρίδα δα θωρείς που ναι ομπρός στη πλώρη,  καλές θελήσεις άνοιξε απ΄ το μικρό βαπόρι .
Κι όντε δα φτάξεις στη στεριά δα κούσεις να σου λένε, καλώς τον ναι,  σίμωσε και πες μας πως σε λένε.
Αυτοί οι άνθρωποι δα πουν για πού θα πας την νύκτα μα και φαί δα δώσουνε  με ανθρωπιά στα στήθια
Οι Έλληνες το κάνουνε κιονά το πράμα μόνο,                                         για ντα κι αυτοί περάσανε την προσφυγιά με πόνο.


ΕΡΓΑΣΙΕΣ

Γιάννης Κρασανάκης
Το ταξίδι του Μπουράκ
Ήταν  τέλη Δεκεμβρίου , οι γιορτές για τον ερχομό του νέου έτους  ήταν έντονες. Η οικογένεια του μικρού Μπουράκ , στη Συρία , βρισκόταν σε γιορτινή διάθεση ,  προσπαθώντας να ξεχάσουν τον πόλεμο.
Ξαφνικά αεροπλάνα ακούγονται στον ουρανό και οι βόμβες καταστρέφουν ότι είχε απομείνει. Ο πατέρας τους αποφασίζει να πάρει την  οικογένεια του και να προσπαθήσουν μέσω Αιγαίου να μεταναστεύσουν στην Ελλάδα.
  Ο Μπουράκ ήταν πολύ στεναχωρημένος που θα έχανε τους φίλους του και την πατρίδα του , αλλά αν ήθελε να επιβιώσει έπρεπε να ακολουθήσει τον πατέρα του.
Αποφάσισαν να φύγουν το άλλο  βράδυ , να ετοιμάσουν τα πράγματά τους και να ταξιδεύσουν χειμωνιάτικα μαζί με άλλες οικογένειες για μια καινούργια πατρίδα.
Κατά τα μεσάνυχτα , στο απόλυτο σκοτάδι , αλλάζουν πλοίο και μεταφέρονται από ένα μεγάλο καράβι σε μια άθλια μικρή φουσκωτή βάρκα. Προορισμός τους η  Μυτιλήνη. Ο Μπουράκ  ήταν χαρούμενος που έφτασε ασφαλής , γιατί ήξερε ότι θα μπορούσε να έχει πνιγεί στη διαδρομή.
Φτάνοντας το επόμενο πρωί  , βγήκε από το πλοίο για να δει το νησί και να πάρει λίγο καθαρό αέρα . Όμως δεν έβρισκε τους δικούς του! Πήγε ρώτησε έναν κύριο που είχε μια λίστα με τους επιβάτες αλλά του είπε ότι δεν τους πήρε στο φουσκωτό…

Ο Μπουράκ έβαλε αμέσως τα κλάματα. Οι δικοί τους είχαν χαθεί στη φουρτουνιασμένη θάλασσα. Μετά από πολύ ώρα σταμάτησε και είπε στον εαυτό του ότι πρέπει να μείνει δυνατός και να προσπαθήσει να επιβιώσει , για να κρατήσει ζωντανή και τη μνήμη των γονιών του.  Δεν είχε όμως ούτε στεγνά ρούχα , ούτε λεφτά .Τίποτα δεν του είχε απομείνει , αφού τα πράγματά του τα είχαν οι γονείς του. Κατευθύνθηκε στην πλατεία της Μυτιλήνης και ζητούσε χρήματα από τους περαστικούς .Και αυτοί , όμως , ποιον να πρωτοβοηθήσουν . Ήταν τόσο πολλοί…
Το βράδυ , μετά από μια κουραστική και δύσκολη ημέρα , πεινούσε  και νύσταζε. Είχε μαζέψει μόλις ένα ευρώ. Πήγε σ’ ένα φούρνο , τρέμοντας από το κρύο. Ο φούρναρης τον λυπήθηκε. Είχε και αυτός τρία παιδιά , είχε ζήσει και ο ίδιος ορφανός επειδή οι γονείς του πέθαναν στα στρατόπεδα της Γερμανίας στο δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και κατάλαβε αμέσως τη δεινή θέση του μικρού παιδιού. Αποφάσισε λοιπόν να τον βοηθήσει . Έτσι , τον πήρε στο σπίτι του και τον φρόντισε. Ένα πλατύ χαμόγελο σχηματίστηκε στα θλιμμένα χείλια του παιδιού.
Τη ν επόμενη μέρα  έφτασαν τα Χριστούγεννα , για τους κατοίκους του μικρού νησιού. Όλη η οικογένεια του κυρ-Μανώλη  είχαν μαζευτεί σε ένα μεγάλο τραπέζι και ετοιμαζόταν για το γιορτινό γεύμα. Καλεσμένος τους και ο μικρός Μπουράκ. …
Το απόγευμα ο γιος του φούρναρη έγραφε γράμμα στον Αι  Βασίλη. Έδωσε μια κάρτα και στον Μπουράκ. Το μικρό προσφυγόπουλο κάτι είχε ακούσει  για τον ηλικιωμένο αυτό κύριο που έφερνε τα δώρα στα παιδιά των δυτικών . Με δυσπιστία πήρε την κάρτα  και  ζήτησε από τον Αι Βασίλη να αναπαυθούν εν ειρήνη οι δικοί του κοντά στον Αλλάχ και να μην πνιγεί κανένας άλλος πρόσφυγας πλέον  στο Αιγαίο.
Σήμερα ο Μπουράκ είναι πλέον ενήλικας . Ζει με την οικογένειά του στη μακρινή Σουηδία. Δημιούργησε μια οργάνωση για την προστασία των προσφύγων. Μπορεί να έχασε τους γονείς του εκείνη την Πρωτοχρονιά , αλλά έγινε δυνατός και βοήθησε πολλούς άλλους που βρέθηκαν στην δική του κατάσταση.
Ο κυρ –Μανώλης δε ζει πλέον. Διατηρεί όμως σχέσεις με το γιο του και κάθε Πρωτοχρονιά ανταλλάσουν κάρτες αγάπης …




Πέμπτη 24 Μαρτίου 2016

Εκπαιδευτική εκδρομή στον Σύλλογο Ποντίων και Μικρασιατών προσφύγων.












Τη Δευτέρα 21 Μαρτίου , ημέρα κατά του ρατσισμού , οι υπεύθυνες του προγράμματος(Γαλανάκη Κατερίνα, Χριστοδουλάκη Δέσποινα) , θεώρησαν πως ,συμβολικά, είναι η καταλληλότερη ημερομηνία για την υλοποίηση εκπαιδευτικής εκδρομής στον Άγιο Νικόλαο.
Πρώτη στάση :Δημοτική Κουνδούρειος βιβλιοθήκη. Εκεί μας υποδέχθηκε η κα Ειρήνη Δραγασάκη , η οποία αφού μας ξενάγησε στο χώρο και μας εξήγησε τον τρόπο λειτουργίας , μας πρότεινε σχετική με το θέμα της προσφυγιάς , της ξενιτιάς και της μετανάστευσης βιβλιογραφία. Οι μαθητές με τη σειρά τους της πρόσφεραν ως δώρο , το βιβλίο «Η ιστορία του Μεχμέτ», ένα διήγημα που έγραψε η μαθήτρια Χρύσα Γκίκα  ενώ την έντυπη μορφή και εικονογράφησή του επιμελήθηκε η μαθήτρια, Βασιλάκη Κωνσταντίνα.



Στη συνέχεια επισκεφτήκαμε τον Σύλλογο Μικρασιατών και Ποντίων προσφύγων Μεραμπέλου. Εκεί μας περίμεναν και μας πρόσφεραν πολύ ζεστή φιλοξενία οι κυρίες : Ρίτσα Χατζημιχάλη , Αρχοντούλα Παπαδούλη –Κιρμιζή και Αγγέλα Μαρνέλλου, δίνοντας την ευκαιρία στους μαθητές μας να γνωρίσουν από κοντά την ιστορία της ελληνικής προσφυγιάς.
Τον λόγο πήρε πρώτη η κα Αρχοντούλα Παπαδούλη –Κιρμιζή, Μικρασιάτισσα 2ης γενιάς , η οποία μας αφηγήθηκε την ιστορία της μητέρας της , που σε ηλικία 14 ετών εγκατέλειψε μαζί με τα τέσσερα αδέλφια της και τη μάνα της τη Σμύρνη. Μέσα από τη λεπτομερή και παραστατική της αφήγηση , ζωντάνεψε με ιδιαίτερο τρόπο , όλα όσα περιγράφονται στα σχολικά εγχειρίδια της
Ιστορίας για τη Μικρασιατική καταστροφή και τον ξεριζωμό του 1922. Έκανε ιδιαίτερη αναφορά στη φιλική σχέση που είχαν οι Έλληνες της Μικράς Ασίας με τους Τούρκους, επισημαίνοντας πως οι λαοί δεν έχουν να χωρίσουν τίποτα και πως οι πόλεμοι , οι έχθρες και τα μίση προκαλούνται από τους κυβερνώντες και τους «ξένους δακτύλους», ενώ περιέγραψε όλες τις δυσκολίες του ταξιδιού και της εγκατάστασής τους στην Κρήτη , καθώς και την περιπετειώδη αναζήτησή τους από τον πατέρα τους, που τον είχαν αποχωριστεί ,πριν φύγουν από την πατρίδας τους. Διαπιστώσαμε απίστευτες ομοιότητες με το δράμα των σημερινών προσφύγων και κάναμε τους συσχετισμούς.
Σειρά είχε η κα Ρίτσα Χατζημιχάλη, που μας μίλησε για τη γιαγιά της . Και εκείνη είχε έρθει με την οικογένειά της από τη Μικρά Ασία, βίωσε την επιφυλακτική στάση των ντόπιων , πέρασε αρκετές δυσκολίες, αλλά κατάφερε να προσαρμοστεί στη νέα της πατρίδα. Έκανε ιδιαίτερο λόγο για το αίσθημα του ξεριζωμού , λέγοντας χαρακτηριστικά πως η γιαγιά της το μόνο που ζητούσε σαν παρηγοριά ήταν μια χούφτα χώμα από την ιδιαίτερη πατρίδα της .
Η κα Αγγέλα Μαρνέλλου, γραμματέας του Συλλόγου, μίλησε στη συνέχεια για την αέναη νοσταλγία και τον διακαή πόθο της επιστροφής από όλους τους πρόσφυγες. Αναφέρθηκε συγκεκριμένα στη μητέρα της , η οποία μέχρι και την τελευταία στιγμή της ζωής της, ήλπιζε να επιστρέψει και να ξαναζήσει στο πατρικό της σπίτι , το οποίο η ίδια η κα Αγγέλα επισκέφτηκε στο Μπόντρουμ  της Μ. Ασίας και έμεινε έκπληκτη , καθώς είχε διατηρηθεί  ακριβώς, όπως της το είχε περιγράψει η μητέρα της.
Όμως η φιλοξενία είχε και συνέχεια :οι κυρίες πρόσφεραν στους μαθητές μας χυμό δροσίζοντάς τους και τους  φίλεψαν με παραδοσιακά γλυκίσματα :«την φτωχή πίτα», Μικρασιάτικη βασιλόπιτα δηλαδή και «κιουνεφέ», ένα γλυκό με ανθότυρο και κρέμα γάλακτος . Κάτω από τους ήχους παραδοσιακής μουσικής έδειξαν στους μαθητές μουσικά όργανα
της Μ. Ασίας και του Πόντου: τον ταμπουρά ή τζουρά , το ούτι , το μπουλγαρί ή σάζι, το κανονάκι καθώς και την ποντιακή λύρα , ενώ τους παρουσίασαν και παραδοσιακές φορεσιές. Τέλος, δώρισαν σε κάθε μαθητή από ένα βιβλίο της Μαρίας Σωρού ,«Πρόσφυγες στο Μεραμπέλο».
Οι μαθητές μας με τη σειρά τους πρόσφεραν παραδοσιακή νεαπολίτικη σουμάδα και κανελλάδα , μια αφίσα φιλοτεχνημένη από τη μαθήτρια Αναστασία Γερομαρκάκη,

που παρουσίαζε την Κρήτη και τη Μ.Ασία ενωμένες με μια γέφυρα ανθρωπιάς και αλληλεγγύης, καθώς και το βιβλίο του προγράμματός μας «η ιστορία του Μεχμέτ». Ευχαρίστησαν συγκινημένοι  τις φιλόξενες κυρίες του Συλλόγου ,λέγοντάς τους χαρακτηριστικά :«Τόσο καιρό οι καθηγήτριές μας μάς μιλάνε για τους


πρόσφυγες , κάνουμε εργασίες γι΄ αυτούς , όμως είναι η πρώτη φορά που νιώθουμε τόσο κοντά σ΄αυτούς  χάρη στις ιστορίες που μας διηγηθήκατε και με τις οποίες μας μεταφέρατε τόσο ζωντανά τις εμπειρίες σας. Σας ευχαριστούμε που μας ανοίξατε την καρδιά σας και μοιραστήκατε  μαζί μας τόσο σημαντικά πράγματα!».
 Η αλήθεια είναι ότι φύγαμε με μεγάλη δυσκολία, θα μπορούσαμε να μείνουμε ώρες ολόκληρες και να ακούμε όλα αυτά που είχαν να μας πουν και να μας περιγράψουν . Φύγαμε όμως  γεμάτοι με εικόνες , μυρωδιές , γεύσεις , μουσικές , ενώ στα αυτιά μας ηχεί ακόμα το τούρκικο νανούρισμα που μας είπε η κα Αρχοντούλα για να μας αποχαιρετίσει! Ανανεώσαμε το ραντεβού στο σχολείο μας αυτή τη φορά , στην εκδήλωση που προγραμματίζουμε για να παρουσιαστούν οι εργασίες των μαθητών μας και ευχηθήκαμε να σταματήσει πια η ανθρωπότητα τον παραλογισμό του πολέμου , που οδηγεί τους ανθρώπους στον ξεριζωμό!

Ακολουθούν βίντεο με τις αφηγήσεις που απολαύσαμε!


Αρχοντούλα Παπαδούλη-Κιρμιζή


Η μικρασιατική βασιλόπιτα  ή  "φτωχή πίτα"

Τετάρτη 23 Μαρτίου 2016

Οι μαθητές αγκαλιάζουν τους πρόσφυγες μέσω της τέχνης.

















Μεγάλη είναι  η χαρά και η υπερηφάνεια μας, καθώς στην εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε την Κυριακή 20 Μαρτίου στο Rex υπό την αιγίδα της  ΠΟΚΑΝ «Οι μαθητές αγκαλιάζουν τους πρόσφυγες μέσω της τέχνης.», συμμετείχαμε με το πρόγραμμά μας.
Στην αφίσα επιλέχθηκαν τα έργα των μαθητών μας ,Άννας Ζερβού και Μάνου Παπαχρυσάνθου.
Τη βραδιά της εκδήλωσης στην οποία συμμετείχαν όλα τα σχολεία του Δήμου , παρουσιάστηκαν τρία έργα:
Χωρίς ελπίδα ...., για τη δημιουργία του συνεργάστηκαν οι :Ανθή Γκέκα , Ειρήνη Γρηγοράκη , Μαρκέλλα Στεφανάκη
Η ιστορία του Μεχμέτ, για την οποία συνεργάστηκαν η Χρύσα Γκίκα και η Κωνσταντίνα Βασιλάκη
Ενός λεπτού σιγή, της Μαριλένας Χριστοπούλου.
Πολλά συγχαρητήρια σε όλα τα παιδιά!