Κόκκινη κλώστη δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη,
Δώστης κλώτσο να γυρίσει παραμύθι για να αρχίσει.

Τρίτη 24 Φεβρουαρίου 2015

Σταχτοπούτα vs Χιονάτη

Μια φορά κι έναν καιρό, ζούσε σε μια μακρινή χώρα ένας καλός κι ευγενικός έμπορος, με τη γυναίκα του και τη μικρή τους κόρη. Η γυναίκα του μια μέρα αρρώστησε και πέθανε κι ο άντρας της αποφάσισε να ξαναπαντρευτεί,για να έχει η αγαπημένη του κόρη μια μητέρα. Η νέα του γυναίκα ήταν κακιά και φαντασμένη και οι δύο της κόρες ήταν αρκετά όμορφες στην όψη, μα άσχημες στην καρδιά. Ίδιες η μητέρα τους. Δε πέρασε πολύς καιρός και ο έμπορος έπρεπε να φύγει για ένα μακρινό ταξίδι. Έτσι άφησε την κόρη του μόνη με τη μητριά και τις δυο της κόρες. «Κόρη μου» της είπε «πρέπει να λείψω για λίγο καιρό. Θα σε σκέφτομαι συνέχεια, αλλά είμαι σίγουρος πως με την καινούρια σου μητέρα θα είσαι ευτυχισμένη». Η κόρη του τον αγκάλιασε και του είπε ότι θα προσπαθήσει να την αγαπήσει όσο αγαπάει κι αυτόν. Μόλις έφυγε ο πατέρας της, η μητριά, που ζήλευε την κοπέλα, γιατί ήταν όμορφη και καλόκαρδη, την έντυσε με κουρέλια και την έβαζε να κάνει όλες τις δουλειές του σπιτιού, σαν να ήταν υπηρέτρια! Της φερόταν πολύ άσχημα και επειδή η καημένη ήταν συνέχεια κουρασμένη και βρόμικη από τις στάχτες της κουζίνας, τη φώναζαν Σταχτοπούτα. Μια μέρα ο βασιλιάς της χώρας αποφάσισε να διοργανώσει ένα μεγάλο χορό για να βρει γυναίκα ταιριαστή για το γιο του, τον πρίγκιπα. Μόλις άκουσαν τα νέα οι αδερφές της Σταχτοπούτας, άρχισαν αμέσως να ετοιμάζονται για τον χορό. Η μητέρα τους σκεφτόταν περήφανη «Σίγουρα μια από τις δύο κόρες μου θα γίνει πριγκίπισσα!». Η Σταχτοπούτα δούλεψε πολύ σκληρά για να ετοιμάσει τα φουστάνια τους και να τις κάνει όμορφες για το χορό. Κι όταν ρώτησε τη μητριά της αν μπορούσε να πάει κι αυτή μαζί τους, εκείνη όλο κακία γέλασε και είπε: «Είσαι πολύ άσχημη και πολύ βρόμικη για να σε πάρουμε μαζί μας Σταχτοπούτα. Θα μείνεις κλειδωμένη στην κουζίνα μέχρι να γυρίσουμε..» Η μητριά και οι κόρες της έφυγαν ντυμένες και στολισμένες για τον χορό, ενώ η Σταχτοπούτα γύρισε στην κουζίνα και έβαλε τα κλάματα. «Αχ, να μπορούσα να πάω και εγώ στον χορό του πρίγκιπα!» Ξάφνου, εκεί που έκλαιγε, είδε ένα παράξενο φως. Μπροστά της παρουσιάστηκε μια όμορφη γυναίκα, με πανέμορφο γαλάζιο φόρεμα που άστραφτε ολόκληρη. «Σταχτοπούτα, είμαι η νονά σου. Είμαι νεράιδα και άκουσα αμέσως την ευχή σου. Θα σε βοηθήσω εγώ να πας στον χορό, γιατί όπως και η μητέρα σου, θέλω να είσαι ευτυχισμένη». Βγήκαν μαζί στον κήπο και η νονά της, άγγιξε με το μαγικό της ραβδάκι μια κολοκύθα, που αμέσως μεταμορφώθηκε σε μια μεγάλη άμαξα! Κάτι ποντικάκια που έπαιζαν εκεί γύρω έγιναν όμορφα άλογα. Η Σταχτοπούτα δεν πίστευε στα μάτια της! Τέλος, άγγιξε και τη Σταχτοπούτα με το ραβδί της. Έκπληκτη εκείνη, κοιτάχτηκε και είδε πως φορούσε ένα χρυσό φόρεμα και δυο κρυστάλλινα γοβάκια! Και τώρα είσαι έτοιμη για τον χορό!» είπε πολύ χαρούμενη η καλοκάγαθη νεράιδα. «Αλλά πρόσεξε! Πρέπει να φύγεις πριν από τα μεσάνυχτα, γιατί τότε τα μάγια θα λυθούν. Η άμαξα θα γίνει ξανά κολοκύθα και τα ρούχα σου κουρέλια!» Η Σταχτοπούτα ευτυχισμένη που θα πήγαινε στον χορό, ανέβηκε στην άμαξα και έφυγε, αφού πρώτα ευχαρίστησε τη νονά της και της υποσχέθηκε πως θα γυρνούσε πριν από τα μεσάνυχτα.. Όταν μπήκε στο παλάτι... όλοι έμειναν άφωνοι από την ομορφιά της! Αναρωτιόταν ποια ήταν η όμορφη νέα και από πού είχε έρθει. Αφού ακόμα και η μητριά και οι κόρες της, δεν την αναγνώρισαν και είχαν σκάσει από τη ζήλια τους! Έβλεπαν πώς ο πρίγκιπας είχε μαγευτεί! Όλο το βράδυ χόρευε μόνο μαζί της. Η Σταχτοπούτα ερωτεύτηκε αμέσως τον πρίγκιπα, το ίδιο κι αυτός. Χόρευαν ευτυχισμένοι χωρίς να έχουν μιλήσει πολύ. Όταν ο πρίγκιπας αποφάσισε να τη ρωτήσει πως τη λένε... Ντιν,Νταν! Το ρολόι του παλατιού σήμανε μεσάνυχτα! Η Σταχτοπούτα, υπάκουη στην υπόσχεση της, χωρίς να πει λέξη, άρχισε να τρέχει για να φύγει, πριν λυθούν τα μάγια και γίνει ξανά μια φτωχοντυμένη κοπέλα. «Στάσου!» φώναζε ο πρίγκιπας. Μα δεν την πρόλαβε. Το μόνο που βρήκε ήταν το γοβάκι της, που είχε πέσει στις σκάλες. Η Σταχτοπούτα ίσα-ίσα πρόλαβε να μπει στην κουζίνα του σπιτιού της, πριν φτάσουν οι αδερφές της και η μητριά της. Ήταν μες στην ζήλια όλες τους. Και όταν τις ρώτησε τι συνέβη και ποια διάλεξε ο πρίγκιπας, εκείνες είπαν νευριασμένες ότι ο πρίγκιπας χόρευε όλο το βράδυ με μία ξένη που τον μάγεψε με την ομορφιά της. Η καρδιά της Σταχτοπούτας χτύπησε δυνατά μόλις άκουσε αυτά τα λόγια και κοιμήθηκε ευτυχισμένη. Την επόμενη μέρα, ο πρίγκιπας έστειλε έναν αυλικό να ψάξει σ’ όλο το βασίλειο και να του φέρει την κοπέλα, που στο πόδι της ταίριαζε το κρυστάλλινο γοβάκι.Όταν ο αυλικός χτύπησε την πόρτα ενός σπιτιού στο δάσος. Τότε αντίκρισε ένα νανάκι και το ρώτησε <<με στέλνει ο βασιλιάς να βρω σε ποια ανήκει αυτό το γοβάκι. Έχετε καμιά κοπέλα σε αυτό το σπιτικό;>> << ναι!>> απαντάει το νανάκι και φωνάζει το όνομα Χιονάτη. Τότε ξεπρόβαλε μια κοπέλα όμορφη με μαύρα μαλλιά και δέρμα άσπρο σαν το χιόνι. Ο αυλικός της φόρεσε το γοβάκι και τότε το θαύμα έγινε. Το γοβάκι της ταίριαζε απόλυτα! Ο αυλικός έτρεξε αμέσως να πει τα νέα στον πρίγκιπα. Εκείνος μόλις το άκουσε ακολούθησε ενθουσιασμένος τον αυλικό ως το δάσος. Εκείνη την ώρα όμως η Σταχτοπούτα είχε βγει στην αγορά και καθώς ο πρίγκιπας περνούσε από δίπλα της εκείνη άκουσε ότι βρέθηκε η κοπέλα που της ανήκει το γοβάκι. Η Σταχτοπούτα τότε παραξενεύτηκε και αποφάσισε να ακολουθήσει τον πρίγκιπα. Ο πρίγκιπας έφτασε στο σπίτι της Χιονάτης και η Σταχτοπούτα τον άκουσε να λέει πως η Χιονάτη ήταν εκείνη που χόρεψε μαζί του τη νύχτα του χορού στο παλάτι. Τότε η Σταχτοπούτα πήγε στον πρίγκιπα και του είπε ότι εκείνη ήταν μαζί του τη νύχτα του χορού και ότι μπορούσε να το αποδείξει αν της επέτρεπαν να φορέσει το γοβάκι .Ο πρίγκιπας επειδή ήταν καλόκαρδος την άφησε να δοκιμάσει το γοβάκι. Όταν η Σταχτοπούτα φόρεσε το γοβάκι ταίριαξε απόλυτα στο πόδι της .Ο πρίγκιπας μπερδεμένος και μην ξέροντας ποια από τις δυο ήταν στα αλήθεια μαζί του το βράδυ του χορού αποφάσισε να τις καλέσει στο παλάτι να χορέψει με την καθεμιά ξεχωριστά και έτσι θα μπορούσε να καταλάβει ποια ήταν μαζί του Η Χιονάτη και η Σταχτοπούτα έφτασαν στο παλάτι με υπέροχα ρούχα έτοιμες για χορό .Ο πρίγκιπας αφού χόρεψε και με τις δυο κατάλαβε πως η Σταχτοπούτα ήταν εκείνη που είχε χορέψει μαζί της τη νύχτα του χορού και έτσι αποφάσισε να παντρευτεί εκείνη. Η Χιονάτη μόλις το άκουσε αυτό θύμωσε και άρπαξε μια τάρτα από τον μπουφέ και την πέταξε στην Σταχτοπούτα. Η Σταχτοπούτα ανταπέδωσε και έτσι άρχισε ένας τρομερός φαγητοπόλεμος. Κάποια στιγμή μπήκε στο παλάτι η μητριά της Σταχτοπούτα η οποία είχε μάθει για τις πράξεις της σχετικά με το χορό και πήγε να ζητήσει εξηγήσεις .Πριν προλάβει όμως να πει κάτι ένας τεράστιος λύκος όρμησε μέσα στο παλάτι και την έφαγε. Τότε μια ωραία κοπέλα, η Κοκκινοσκουφίτσα, μπήκε στο παλάτι και είπε: Αχ συγνώμη αν ο λύκος μου προξένησε κακό αλλά μου ξέφυγε! Η Σταχτοπούτα πήγε κοντά της και της είπε: Σε ευχαριστώ! Έχεις έναν υπέροχο λύκο Τελικά ο πρίγκιπας παντρεύτηκε την Σταχτοπούτα και η Χιονάτη παντρεύτηκε έναν πρίγκιπας από άλλο βασίλειο ο οποίος ήταν πιο όμορφος και πιο πλούσιος, επειδή ήταν λίγο πιο έξυπνη από Σταχτοπούτα. και έζησαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα!

Λίτσα Σφακιανάκη - Γιάννης Τζιρβελάκης

Πέμπτη 19 Φεβρουαρίου 2015

Δεύτερη πρόταση

Καλό: Δύο κολλητές φίλες  (ηλικίες 13 χρονών)
Κακό:  Ένα πολύ μυστηριώδες αγόρι (ηλικία 14 χρονών)
Μαγικό στοιχείο: Μια καθηγήτρια Αρχαίων (παραπάνω από μια συνηθισμένη καθηγήτρια λόγω του ότι είναι μάγισσα)

Μήνυμα: Μην διστάζεις πότε να ζητήσεις την βοήθεια των μεγαλύτερών σου σε κρίσιμες καταστάσεις.
Χ.Φ.

Η Σταχτοπούτα και ο shrek

Μια φορά και έναν καιρό, ζούσε σε μια μακρινή χώρα ένα κοριτσάκι, το οποίο το φώναζαν Σταχτοπούτα οι κακές αδερφές της, τις οποίες απέκτησε από την νέα γυναίκα του πατέρα της. Η μητριά της ήταν πάρα πολύ κακιά και την έβαζε να κάνει όλες τις δουλειές του σπιτιού και να τις υπηρετεί. Η καημένη η Σταχτοπούτα δεν άντεχε πια την τόσο μεγάλη κούραση και πίεση, και έτσι αποφάσισε να το σκάσει από το σπίτι της, από την μητριά και τις αδερφές της, από όλα. Έτσι λοιπόν μάζεψε μερικά ρούχα και τρόφιμα και αργά το βράδυ το έσκασε κρυφά από το παράθυρο της κρεβατοκάμαρας της, χωρίς να την ακούσουν, και άρχισε να τρέχει με όλη της την δύναμη μακριά από αυτήν την πόλη. Έτρεχε για ώρες ώσπου άρχισε να νυχτώνει και έτσι αποφάσισε να βρει καταφύγιο να περάσει το βράδυ της και να συνεχίσει το δρόμο της για την Παραμυθοχώρα το επόμενο πρωί . Ξαφνικά όμως συνειδητοποίησε πως καθώς έτρεχε, μπήκε μέσα σε ένα πολύ σκοτεινό δάσος στο οποίο δεν υπήρχε κανένας άνθρωπος. Τότε άρχισε να φοβάται και να πανικοβάλλεται και να αρχίζει να κάνει κύκλους μέσα στο δάσος μπας και η τύχη της χαμογελάσει και βρει κάποιο μικρό μέρος να κοιμηθεί. Πλησιάζοντας κοντά σε έναν βάλτο, άκουσε κάποιες φωνές να τσακώνονται και αμέσως η περιέργειά της την οδήγησε πιο κοντά στο μέρος αυτό. Χαρά και ελπίδες γέμισε η ψυχή της καθώς είδε, έναν γάιδαρο και ένα παράξενο πράσινο ανθρωπο-πλασμα, να τσακώνονται για τη φασίνα του σπιτιού. Έδωσε λοιπόν κουράγιο στον εαυτό της και πήγε να τους μιλήσει :
-Καλησπέρα, είπε η Σταχτοπούτα ντροπαλά, σας παρακαλώ μπορείτε να με βοηθήσετε; Είμαι ολομόναχη, το έσκασα από το σπίτι μου και θέλω να πάω στη  Παραμυθοχώρα αλλά βράδιασε και ψάχνω κάπου να κοιμηθώ. Μήπως θα μπορούσατε να με φιλοξενήσετε ;
-Βεβαίως και θα σε φιλοξενήσουμε ! Ονομάζομαι Γάιδαρος και από εδώ είναι ο φίλος μου ο Shrek !
-Χαίρω πολύ ! Αύριο σκεφτόμασταν και εμείς να πάμε στη Παραμυθοχώρα για να πάρουμε κάποιες προμήθειες για το σπίτι μας οπότε μπορούμε να πάμε παρέα, αν δεν σε πειράζει !
-Φυσικά και όχι ! Ίσα ίσα λίγη παρέα θα την ήθελα !
-Υπέροχα ! Πάμε τώρα μέσα να φάμε και να κοιμηθούμε γιατί θα ξυπνήσουμε νωρίς αύριο το πρωί.
-Ναι πάμε !
Αφού έφαγαν και κοιμήθηκαν, ξύπνησαν γεμάτοι ενέργεια και ξεκίνησαν το δρόμο για την πόλη που θα άλλαζε την ζωή της Σταχτοπούτας μια για πάντα… Στον δρόμο περνούσαν πολύ ωραία, λέγοντας αστεία και πειράζοντας ο ένας τον άλλο.    Άρχισαν να δένονται πολύ μεταξύ τους και πίστευαν πως αυτή η φιλία τους θα κρατούσε για πολύ καιρό. Η ώρα πέρασε πολύ γρήγορα και επιτέλους έφτασαν στον προορισμό τους. Αφού χαιρετήθηκαν ο καθένας τράβηξε τον δικό του δρόμο. Η Σταχτοπούτα έπιασε αμέσως δουλειά και άρχισε να ψάχνει ένα σπίτι το οποίο μπορούσε να αγοράσει και να το κάνει κατοικία της. Μετά από πολύ ψάξιμο βρήκε ένα σπίτι με έναν πολύ μεγάλο κήπο, ένα αρκετά γλυκό σπιτάκι που της ταίριαζε και αποφάσισε να το αγοράσει. Αφού εγκαταστάθηκε στο σπίτι της αποφάσισε να πάει μια βόλτα στον φούρνο της γειτονιάς για να πάρει ψωμί. Καθώς προχωρούσε άκουσε κάποιες νεαρές κοπέλες της ηλικίας της να συζητάνε για τον μεγάλο χορό που έκανε ο Πρίγκιπας στο παλάτι του. Έτσι αποφάσισε να πάει και αυτή μιας και ο χορός ήταν ανοιχτός προς όλους τους κατοίκους της πόλης.
Εκείνο το βράδυ…
Η Σταχτοπούτα είχε εντυπωσιαστεί πάρα πολύ με την μεγαλεία του παλατιού αλλά και με την ομορφιά του Πρίγκιπα, ο οποίος δεν είχε σταματήσει να την κοιτάζει. Τότε, προς έκπληξη της κοπέλας ο Πρίγκιπας την ζήτησε σε χορό τον οποίο δέχτηκε μετά χαράς. Ο ένας χορός έφερε τον άλλο και ο Πρίγκιπας με την Σταχτοπούτα δεν είχαν σταματήσει ούτε λεπτό να χορεύουν και να γελάνε, να γνωρίζονται καλύτερα και να μοιράζονται τα μυστικά τους.
Από εκείνο το βράδυ η Σταχτοπούτα και ο Πρίγκιπας ήταν αχώριστοι και πολύ σύντομα ζευγάρι.  Και έζησαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα….

 Χ.Φ.

Τετάρτη 11 Φεβρουαρίου 2015

Πρώτη πρόταση

Ο καλός:Μια παρέα από 3 ή 4 παιδιά σε ηλικία 10-12
Ο κακός:Ένας κακός βασιλιάς και ο χαζός βοηθός του
Ο συμπαραστάτης:Ένα αστέρι που μιλάει αλλά συνέχεια κάνει λάθη
Το μαγικό στοιχείο:Παπούτσια που σε κάνουν να φαίνεσαι μεγαλύτερος


Λ.Σ.-Γ.Τ.

Η Σταχτοπούτα...Κοκκινοσκουφίτσα!



Μια φορά κι έναν καιρό,ζούσε σε μια μακρινή χώρα ένας καλός κι ευγενικός έμπορος ,με τη γυναίκα του και τη μικρή τους κόρη.
  Η γυναίκα του μία μέρα αρρώστησε και πέθανε κι ο άντρας της αποφάσισε να ξαναπαντρευτεί, για να έχει η αγαπημένη του κόρη μια μητέρα.
  Η νέα του γυναίκα ήταν κακιά και φαντασμένη και οι δύο της κόρες ήταν αρκετά όμορφες στην όψη, μα άσχημες στην καρδιά. Ίδιες η μητέρα τους.
  Η μητριά της κοπέλας ζούσε σε ένα σπίτι μέσα στο δάσος ,ώσπου μία μέρα ο πατέρας της κοπέλας της ζήτησε να επισκεφθεί τη μητριά της, για να δει τι κάνει. Η κόρη φόρεσε μία κόκκινη καμπαρτίνα και γι'αυτό όσοι την ήξεραν τη φώναζαν Κοκκινοσκουφίτσα. Πήρε τους φίλους της, τα τρία γουρουνάκια και ξεκίνησε για το δάσος. Στο δρόμο συνάντησαν τον κακό το λύκο “Για που το βάλατε μικρά μου, ολομόναχα μέσα στο δάσος;” ρώτησε ο λύκος.”Πάμε με τη φίλη μας να επισκεφτούμε τη μητριά της, που μένει στο δάσος, για να δούμε αν είναι καλά”, είπε το ένα από τα τρία γουρουνάκια. “Εάν κουραστείτε να έρθετε στο σπίτι μου να σας φιλοξενήσω που είναι μέσα στο δάσος|”,είπε ο λύκος τρίβοντας τα χέρια του καθώς έβλεπε την παρέα των μικρών φίλων. Όμως πριν προλάβει καλά-καλά, να τελειώσει τη φράση του οι μικροί φίλοι είχαν εξαφανιστεί.
  Μετά από αρκετή ώρα έφτασαν επιτέλους στον προορισμό τους, νιώθοντας ανακουφισμένα που είχαν γλυτώσει από τα νύχια του μοχθηρού λύκου. Όμως η τύχη τους δεν ήταν καλύτερη στο σπίτι μέσα στο δάσος. Η μητριά συμπεριφερόταν στην Κοκκινοσκουφίτσα και στην παρέα της άσχημα βάζοντάς τους να κάνουν όλες τις δουλειές του σπιτιού σαν υπηρέτες.
  Οι μέρες κυλούσαν και η κακή μητριά δεν άφηνε την Κοκκινοσκουφίτσα μαζί με τα τρία γουρουνάκια να επιστρέψουν στο σπίτι τους. Ώσπου μία μέρα οι αδελφές της Κοκκινοσκουφίτσας αποφάσισαν να της δώσουν ένα δηλητηριασμένο κόκκινο μήλο, εξαιτίας της ζήλιας τους. Η Κοκκινοσκουφίτσα αν και ήταν διστακτική στην αρχή, τελικά αποφάσισε να δεχτεί το κέρασμα από τις αδελφές της, αλλά όταν το δάγκωσε, το δηλητήριο έτρεξε στο αίμα της και έπεσε σε βαθύ ύπνο. Τα τρία γουρουνάκια πανικόβλητα έτρεξαν στο δάσος για να βρουν βοήθεια.                                                                                                                                    Για καλή τους τύχη,εμφανίστηκε μια παρέα από εφτά νάνους που γνώριζαν το αντίδοτο για την αρρώστια της Κοκκινοσκουφίτσας. Όλοι μαζί κατευθύνθηκαν στο μικρό σπίτι στο δάσος και οι εφτά νάνοι κάλεσαν σε βοήθεια τον πρίγκιπα της χώρας. Εκείνος όταν κατέφθασε έδωσε στην Κοκκινοσκουφίτσα το μαγικό φίλτρο και ,όταν ξύπνησε ,αναγνώρισε στο πρόσωπό της τη γυναίκα που του ταίριαζε. Η αδελφές της και η μητριά της έσκασαν από τη ζήλια τους, ενώ η Κοκκινοσκουφίτσα με τις ευχές του πατέρα της παντρεύτηκαν με τον πρίγκιπα κι έζησαν όλοι μαζί στο παλάτι.
  Κι έζησαν αυτοί καλά, κι εμείς καλύτερα!!!
Μ.Π.

Τρίτη 10 Φεβρουαρίου 2015

Η Σταχτοπούτα , ο Αστερίξ και ο Οβελίξ!




Μια φορά και ένα καιρό ήταν η Σταχτοπούτα. Ζούσε με τη κακιά μητριά της , τη βασίλισσα ενός μικρού βασιλείου. Η μητριά της ήταν τόσο παθιασμένη με το χρήμα, που ήθελε να κατακτήσει όλο τον κόσμο. Επίσης είχε κι άλλες δυο κόρες, οι όποιες συμπεριφέρονταν στη Σταχτοπούτα σαν υπηρέτρια. Η καημένη δεν είχε ούτε μια φίλη για να μιλήσει και δυστυχώς η μητριά της την κακομεταχειριζόταν.
    Μια μέρα ο πρίγκιπας του διπλανού βασιλείου αποφάσισε να διοργανώσει ένα χορό για την ενηλικίωση του, είχε καλέσει όλους του αριστοκράτες και βασιλείς από τα γειτονικά βασιλεία. Μέσα σε αυτούς ήταν και η μητριά της Σταχτοπούτας. Τότε η κακιά βασίλισσα κατάλαβε ότι εκείνη η μέρα θα ήταν ιδανική για την κατάκτηση του βασιλείου. Κάλεσε όλους τους σύμμαχους της από τα αλλά παραμύθια, όπως τον κακό λύκο,  διάφορα τέρατα και μάγισσες. Μόλις η Σταχτοπούτα κατάλαβε τι ετοίμαζε η μητριά της, αποφάσισε να το σκάσει και να ειδοποιήσει τον πρίγκιπα.
   Στο δρόμο, όμως, η Σταχτοπούτα έπεσε πάνω στον κακό λύκο, ο οποίος την κλείδωσε σε ένα πύργο για να μην τους χαλάσει τα σχέδια. Όσο οι μέρες περνούσαν, τόσο το σχέδιο της μητριάς γινόταν πιο εύκολο, χωρίς να έχει κανένα να την εμποδίσει. Καθώς ο Αστέριξ με τον κολλητό του τον Οβελίξ περνούσαν από το δάσος είδαν τον πύργο και άκουσαν την Σταχτοπούτα να φωνάζει για βοήθεια. Ο Οβελίξ ανενόχλητος έσπασε την πόρτα και την ελευθέρωσε , εκείνη τους αφηγήθηκε τι είχε συμβεί και αυτοί της υποσχεθήκαν ότι θα την βοηθήσουν.
    Δυστυχώς όμως, η εκστρατεία εναντίον του πρίγκιπα είχε ήδη αρχίσει. Στον δρόμο για το παλάτι συνάντησαν έναν άγνωστο και τον ρώτησαν γιατί έτρεχε σαστισμένος στο δάσος. Ο ξένος τους είπε ότι ήταν ο γιος του βασιλειά και πήγαινε να συγκεντρώσει όσους περισσότερους μπορούσε, για να πάρουν πίσω το κάστρο από τους κακούς. Τότε πήραν την απόφαση να βοηθήσουν τον ξένο στην αποστολή του. Αρχικά πήγαν στους 7 νάνους, οι όποιοι δέχτηκαν αμέσως να συμμαχήσουν μαζί τους. Έπειτα πήγαν στα 3 γουρουνάκια, στα 7 κατσικάκια και σε πολλούς άλλους ήρωες παραμυθιών. Όταν πια ήταν αρκετοί, προσπάθησαν να βρουν ένα σχέδιο, για να ανακτήσουν το βασίλειο. Μετά από πολύωρη συζήτηση  κατέληξαν κάπου και ξεκίνησαν για το κάστρο.
      Όταν έφτασαν στις πύλες της πόλης, βγήκαν έξω όλοι οι στρατιώτες της βασίλισσας. Τότε ο Αστέριξ και οι υπόλοιποι έκαναν αντιπερισπασμό,  ώσπου οι 7 νάνοι να τρυπώσουν στο κάστρο και να ανοίξουν τις πύλες για να μπουν και οι άλλοι. Όταν πια ήταν μέσα, νίκησαν με ευκολία τους κακούς γατί είχαν μαζί τους τον παντοδύναμο Οβελίξ αλλά και τον πανέξυπνο Αστερίξ. Αφού νίκησαν, έκλεισαν στην φυλακή όλους του κακούς μαζί με την μητριά και τις κόρες της.
Στο τέλος η Σταχτοπούτα παντρεύτηκε τον πρίγκιπα. Έκαναν ένα πλουσιοπάροχο δείπνο για γιορτάσουν σου το γεγονός και ήταν όλοι καλεσμένοι. Και έτσι έζησαν αυτοί καλά και εμείς καλυτέρα.
Μ.Β.  - Μ.Α

Σάββατο 7 Φεβρουαρίου 2015

Φωτογραφικό υλικό

Είμαστε καλλιτεχνικές φύσεις....δεν φαίνεται;

Λειτουργούμε ομαδικά!

Καλή η εργασία ...αλλά και λίγη πλάκα χρειάζεται...

"Παραμυθένια"παρέα 

Ο...καλός παραμυθάς ...έχει πολλά οφέλη!

Μήπως οι γυναίκες είναι καλύτερες στα παραμύθια;

Η τεχνολογία έχει μπει για τα καλά στη ζωή μας...και στα παραμύθια μας!

Όσο πάει ...μαζευόμαστε!

Άλλη μια από τις ομαδούλες μας!

Το χαμογελαστό και το σοβαρό πρόσωπο...όλοι οι καλοί χωράνε...

Δευτέρα 2 Φεβρουαρίου 2015

Η ΣΤΑΧΤΟΠΟΥΤΑ ΚΑΙ ΤΑ ΤΡΙΑ ΓΟΥΡΟΥΝΑΚΙΑ…




 Μια φορά κι έναν καιρό ήταν η Σταχτοπούτα η οποία ζούσε σε έναν βάλτο μαζί με τα τρία γουρουνάκια. Αυτοί κάθε μέρα  έπαιζαν  πολλά και διάφορα παιχνίδια .

Ένα πρωινό καθώς έπαιζαν πήγε  ένας αυλικός από το παλάτι της περιοχής και τους ανακοίνωσε τον βασιλικό χορό, ο οποίος γίνεται κάθε χρόνο σε ξέφρενους ρυθμούς. Ο χορός θα ήταν σε οχτώ μέρες, μα η Σταχτοπούτα και τα γουρουνάκια δεν είχαν φτιάξει, μα ούτε και είχαν φορέματα να βάλουν. Τα εργοστάσια, τα μαγαζιά και οι ράφτρες είχαν κλείσει , για τον δεκαπενταύγουστο και δεν μπορούσαν να βρουν φορέματα πουθενά.
Έψαχναν κι έψαχναν όλη μέρα. Μα δεν είχαν βρει τίποτα. Είχαν πάει σε όλα τα μαγαζιά και τις ράφτρες, μα την μια τα έβλεπαν κλειστά, την άλλη τους έλεγαν πως δεν μπορούσαν να τα φτιάξουν ή  πως οι βιομηχανίες από που παίρνουν τα ρούχα είναι κλειστές. Είχαν απελπιστεί και η ώρα ήταν περασμένη. Τους είχαν απομείνει μόνο δύο μαγαζιά.
Στο πρώτο όπου μπήκαν ήταν εκεί μια γριούλα κοντή με μεγάλη μύτη και με πολλά χαλασμένα δόντια. Όταν της είπαν τη θέλουν εκείνη χαμογέλασε λες και της καθαρίζανε αυγά και τους είπε με ειρωνικό ύφος:                                                                                                               
      
  -Εγώ θα σας δώσω τα φορέματα, αλλά μόνο με έναν όρο.                                                                   
Αυτοί αναρωτήθηκαν και είπαν:   -Τι είναι αυτός ο όρος;  
 -Ο όρος είναι να πάρετε τα φορέματα αλλά πρώτα θα μου λύσετε ένα γρίφο σε μισό λεπτό, ειδάλλως… 
                                                                                                                                                                                                   -Τι, τι είναι; 
                                                                                                                                       
        -Ειδάλλως θα πάρετε τα φορέματα, αλλά κάθε βράδυ θα γίνεστε λύκοι και θα τρώτε την ίδια σας την σάρκα, αν δεν μου τον λύσετε. Εντάξει;     
                                                                                     
  Αυτοί το σκέφτηκαν για λίγο. Τότε, ένα από τα τρία γουρουνάκια είπε:                                                 
 -Είμαστε «μέσα» μικρή γριά μάγισσα, μα αν τον λύσουμε εκτός από τα φορέματα, που θα πάρουμε, θα πάρουμε και ό,τι έχεις και δεν έχεις. Εντάξει;  Τώρα, τι είναι αυτός ο γρίφος;        
                                                                                      
 -Ο γρίφος σχετίζεται με την φύση και είναι: με ποιον τρόπο πιάνει η αρκούδα τα ψάρια.    
            
    –Χα! είναι πανεύκολο, με τα μπροστινά της πόδια φυσικά.                                                               –Μπράβο, είστε οι μόνοι που μου τον απαντήσατε οι υπόλοιποι φοβούνται και φεύγουν. Αλλά, τώρα τι θα κάνω εγώ; έχασα όλη μου την περιουσία δεν έχω τίποτα να κάνω και πουθενά να  ζήσω.                                             
 –Μην στεναχωριέσαι γιαγιά, θα έρθεις να μείνεις μαζί  μας, είπαν όλοι μαζί.                               
 –Α, ναι ; μπορώ να μείνω μαζί σας την υπόλοιπη ζωή μου ;                             
-Και βέβαια μπορείς.      
–Αχ! σας ευχαριστώ από τα βάθη της ψυχής μου. Ελάτε τώρα να πάρετε ένα φόρεμα η κάθε μια σας να πάρω κι εγώ ένα και φύγαμε.
 Έφυγαν λοιπόν όλοι μαζί από το μαγαζί και πήγαν στον πολυαγαπημένο τους βάλτο να ξεκουραστούν και να κοιμηθούν. Όταν κοιμήθηκαν, η κάθε μια ονειρευόταν τον πρίγκιπα: πώς θα ήταν εξωτερικά και πως αυτός θα ήταν  ο ένας και μοναδικός άντρας τους.
Οι μέρες περνούσαν με χαρά γέλιο και πολύ παιχνίδι. Έτσι έφτασε και η μέρα που θα πήγαιναν στον βασιλικό χορό. Ετοιμάστηκαν όλες και ήταν ώρα να φύγουν: η Σταχτοπούτα έβαλε μπροστά το Datsun , φόρτωσαν πίσω στην καρότσα τα τρία γουρουνάκια πολύ προσεκτικά να μην λερώσουν τα φορέματά τους,  έκατσαν μπροστά η Σταχτοπούτα με την γριά μάγισσα και πήγαν στο χορό .
Κατέβηκαν από το αγροτικό όλες μαζί και ανέβηκαν τα σκαλοπάτια, για να μπουν στο παλάτι. Εκεί πριν μπούνε τα γουρουνάκια είδαν κάποιους αγριόχοιρους, που τις κοιτούσαν επίμονα πολλή ώρα και πήγαν κοντά τους. Μίλησαν λίγη ώρα και μετά πήγαν και χόρεψαν κι αυτοί μαζί με την γριά και την Σταχτοπούτα. Η γριούλα χόρευε με τον βασιλιά, ο οποίος είχε χάσει πριν πολλά χρόνια την γυναίκα του και είπε να βρει μια νέα. Και έτσι βρήκε να φλερτάρει την γριά ,που του ήταν ό,τι έπρεπε για την ηλικία του. Η Σταχτοπούτα παρόλο που ήταν η πιο όμορφη, εκεί μέσα δεν είχε βρει κανένα να της ζητήσει να χορέψουν , μέχρι που βγήκε ο πρίγκιπας και την είδε.
Αυτό ήταν… μέσα σε ένα μήνα έγιναν οι απαραίτητες προετοιμασίες για τους γάμους και σε την ίδια μέρα έγιναν και οι πέντε.
 Κι έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα.

"Αυτό δεν το είχε δει κανένας μέχρι τώρα και το λέω αυτό γιατί ρώτησα χιλιάδες και κανείς δεν έχει ακούσει τέτοια όμορφη ιστορία και με τέτοια πλοκή σας ευχαριστώ λοιπόν για τον χρόνο που διαθέσατε και θα τα πούμε σύντομα με νέες ιστορίες ποιο περίπλοκες και με μεγαλύτερο suspense . "
Μ.Π.